Η δίκη των Έξι αποτελεί μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες και τραγικές σελίδες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, αντανακλώντας τα βαθιά πολιτικά ρήγματα που χαρακτήρισαν την περίοδο του Εθνικού Διχασμού. Τα γεγονότα που οδήγησαν στη δικαστική διαδικασία και την τελική εκτέλεση των έξι κορυφαίων πολιτικών και στρατιωτικών προσώπων διαδραματίστηκαν σε ένα περιβάλλον έντονης πολιτικής πόλωσης, εθνικής απογοήτευσης και κοινωνικής αναταραχής. Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 αποτέλεσε το καταλυτικό γεγονός που πυροδότησε την εξέλιξη αυτής της πολιτικής τραγωδίας, καθώς η αναζήτηση ευθυνών για την εθνική συμφορά μετατράπηκε σε διαδικασία πολιτικής αντεκδίκησης. Η επαναστατική κυβέρνηση που προέκυψε από το κίνημα του Σεπτεμβρίου 1922 έσπευσε να αποδώσει ευθύνες στους εκπροσώπους της προηγούμενης πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, οδηγώντας τους σε δίκη με προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα. Η δικαστική διαδικασία και η εκτέλεση των καταδικασθέντων επηρέασαν καθοριστικά την πολιτική ζωή της χώρας για δεκαετίες, αποτελώντας σημείο αναφοράς για την κατανόηση των πολιτικών παθών που χαρακτήρισαν την Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα.
Το Ιστορικό Πλαίσιο της Δίκης των Έξι
Η Μικρασιατική Καταστροφή ως Καταλύτης
Η δίκη των Έξι δεν μπορεί να κατανοηθεί ολοκληρωμένα εκτός του ευρύτερου ιστορικού πλαισίου της Μικρασιατικής Καταστροφής και του Εθνικού Διχασμού. Η στρατιωτική συντριβή του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία τον Αύγουστο του 1922 συνιστούσε όχι απλώς στρατιωτική ήττα αλλά εθνική τραγωδία με ανυπολόγιστες συνέπειες. Η κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου και η καταστροφή της Σμύρνης σηματοδότησαν το οριστικό τέλος της Μεγάλης Ιδέας, του εθνικού οράματος που καθοδηγούσε την ελληνική εξωτερική πολιτική για σχεδόν έναν αιώνα.
Η βιογραφία του ελληνικού έθνους εισερχόταν σε μια νέα, τραυματική περίοδο. Η οπισθοχώρηση των ελληνικών δυνάμεων συνοδεύτηκε από το δράμα 1,5 εκατομμυρίου προσφύγων που εγκατέλειψαν βιαίως τις πατρογονικές εστίες τους, δημιουργώντας τεράστιο κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα στην ήδη εξαντλημένη από τους πολέμους Ελλάδα. Σε αυτό το πλαίσιο έντονης κοινωνικής αναταραχής και συλλογικού τραύματος, η αναζήτηση υπευθύνων για την εθνική καταστροφή έγινε επιτακτική συλλογική ανάγκη.
Το Κίνημα του Σεπτεμβρίου 1922
Μέσα σε αυτό το κλίμα εθνικής απόγνωσης, στις 11 Σεπτεμβρίου 1922, ξέσπασε στρατιωτικό κίνημα υπό την ηγεσία των συνταγματαρχών Νικολάου Πλαστήρα και Στυλιανού Γονατά. Το κίνημα εκδηλώθηκε αρχικά στη Χίο και τη Μυτιλήνη, όπου είχαν συγκεντρωθεί μονάδες του στρατού που υποχωρούσαν από τη Μικρά Ασία, και επεκτάθηκε ταχύτατα στην ηπειρωτική Ελλάδα. Σε διάστημα λίγων ημερών, οι κινηματίες κατέλαβαν την εξουσία, αναγκάζοντας τον βασιλιά Κωνσταντίνο να παραιτηθεί υπέρ του διαδόχου του, Γεωργίου Β’.
Η Επαναστατική Επιτροπή που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας υπό τον Πλαστήρα διακήρυξε άμεσα την πρόθεσή της να αποδώσει δικαιοσύνη, τιμωρώντας τους υπεύθυνους για την εθνική συμφορά. Η πολιτική αυτή απόφαση αντανακλούσε τόσο το λαϊκό αίσθημα όσο και την πολιτική αναγκαιότητα της νομιμοποίησης του καθεστώτος που προέκυψε από το κίνημα. Ο Πλαστήρας, ένθερμος βενιζελικός, θεωρούσε την αντιβενιζελική παράταξη και τους υποστηρικτές του βασιλιά Κωνσταντίνου ως τους κύριους υπεύθυνους για την καταστροφή.
Η διαδικασία απόδοσης ευθυνών εξελίχθηκε με ταχύτατους ρυθμούς. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1922, η Επαναστατική Επιτροπή εξέδωσε διάταγμα για τη σύσταση Έκτακτου Στρατοδικείου, με σκοπό να δικάσει τους θεωρούμενους ως υπεύθυνους της εθνικής καταστροφής. Το κλίμα που επικρατούσε έκανε σαφές ότι επρόκειτο για μια δίκη με προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα, καθώς η πολιτική αντιπαράθεση είχε πλέον μετατραπεί σε διαδικασία πολιτικής εκκαθάρισης, με τον οραματιστή του εθνικού συμβιβασμού να έχει πλέον εγκαταλείψει το προσκήνιο.
Οι Κατηγορούμενοι και η Διαδικασία της Δίκης
Τα Έξι Πρόσωπα στο Εδώλιο
Στο επίκεντρο της ιστορικής αυτής δίκης βρέθηκαν έξι εξέχουσες προσωπικότητες της πολιτικής και στρατιωτικής ζωής της χώρας, οι οποίες συνδέθηκαν με την αντιβενιζελική παράταξη και τη διαχείριση της μικρασιατικής εκστρατείας. Πρόκειται για τους πρώην πρωθυπουργούς Δημήτριο Γούναρη και Νικόλαο Στράτο, τους πρώην υπουργούς Γεώργιο Μπαλτατζή, Νικόλαο Θεοτόκη και Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, καθώς και τον αντιστράτηγο Γεώργιο Χατζηανέστη, αρχιστράτηγο των ελληνικών δυνάμεων στη Μικρά Ασία κατά την τελική φάση της εκστρατείας.
Η επιλογή των συγκεκριμένων προσώπων αντανακλούσε τη συνωμοσίες που διέπουν τις πολιτικές αντιπαραθέσεις σε περιόδους κρίσης. Ο Γούναρης, ως ο κατεξοχήν πολιτικός αντίπαλος του Ελευθερίου Βενιζέλου, κατείχε κεντρική θέση, ενώ ιδιαίτερη συμβολική βαρύτητα είχε η δίωξη του Χατζηανέστη, ο οποίος αντιπροσώπευε τη στρατιωτική διάσταση της καταστροφής. Αξιοσημείωτο είναι πως στη δίκη παραπέμφθηκαν αρχικά οκτώ άτομα, καθώς συμπεριλαμβάνονταν και οι Μιχαήλ Γούδας και Ξενοφών Στρατηγός, οι οποίοι τελικά αθωώθηκαν.
Οι Κατηγορίες και η Δικαστική Διαδικασία
Η δικαστική διαδικασία διεξήχθη από το Έκτακτο Στρατοδικείο που συγκροτήθηκε ειδικά για την περίσταση, παρακάμπτοντας τις συνήθεις δικαστικές διαδικασίες και εγγυήσεις. Οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν κατά των κατηγορουμένων ήταν εξαιρετικά βαριές και περιλάμβαναν το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας, με την αιτιολογία ότι με τις αποφάσεις και τις πράξεις τους οδήγησαν στην εθνική καταστροφή.
Η δίκη ξεκίνησε στις 31 Οκτωβρίου 1922 και διήρκεσε περίπου δύο εβδομάδες, σε ένα κλίμα έντονης πολιτικής πόλωσης και λαϊκής οργής. Οι μαρτυρικές καταθέσεις, οι απολογίες των κατηγορουμένων και η όλη διαδικασία διεξήχθησαν υπό την πίεση τόσο της κοινής γνώμης όσο και της Επαναστατικής Επιτροπής που απαιτούσε παραδειγματική τιμωρία. Ο νομικός φιλίστορας που μελέτησε τη δίκη επισημαίνει πως η διαδικασία χαρακτηριζόταν από σοβαρές παραβιάσεις θεμελιωδών αρχών της δικαιοσύνης, περιλαμβανομένου του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη και της τεκμηρίωσης των κατηγοριών με συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία.
Το δικαστήριο ολοκλήρωσε τις εργασίες του στις 15 Νοεμβρίου 1922, καταλήγοντας στην καταδίκη των έξι κατηγορουμένων σε θάνατο, ενώ αθώωσε τους Στρατηγό και Γούδα. Η απόφαση αυτή, παρά τις νομικές της αδυναμίες, αντανακλούσε τη βαθιά πολιτική κρίση που βίωνε η χώρα και τις συνθήκες εξαιρετικής πόλωσης που επικρατούσαν στην ελληνική κοινωνία μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Η Εκτέλεση των Έξι και οι Άμεσες Αντιδράσεις
Η Απόφαση και η Εκτέλεση
Η καταδίκη σε θάνατο των έξι προσωπικοτήτων αποτέλεσε κορύφωση του πολιτικού δράματος που διαδραματιζόταν στην Ελλάδα του Εθνικού Διχασμού. Η Επαναστατική Επιτροπή, υπό την ηγεσία του Πλαστήρα, επέσπευσε τις διαδικασίες εκτέλεσης της ποινής, παρά τις διεθνείς αντιδράσεις και τις εκκλήσεις για επιείκεια από διάφορες πλευρές. Μόλις μία ημέρα μετά την ανακοίνωση της απόφασης, στις 28 Νοεμβρίου 1922, οι καταδικασθέντες οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα στο Γουδί.
Η βιαιότητα της απόφασης επιβλήθηκε παρά τις έντονες πιέσεις που ασκήθηκαν από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος, αν και εκτός Ελλάδας, απέστειλε επείγον θάνατον τηλεγράφημα με το οποίο ζητούσε τη μη εκτέλεση της ποινής. Στο τηλεγράφημά του, ο Βενιζέλος υποστήριζε ότι μια τέτοια πράξη θα είχε οδυνηρές συνέπειες για το μέλλον της χώρας και τη διεθνή της θέση στις διαπραγματεύσεις που βρίσκονταν σε εξέλιξη για την επίλυση των ζητημάτων που προέκυψαν από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Ωστόσο, η Επαναστατική Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει με την εκτέλεση, θεωρώντας ότι η τιμωρία των θεωρούμενων ως υπευθύνων για την εθνική καταστροφή ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την αποκατάσταση του ηθικού της χώρας και τη νομιμοποίηση του καθεστώτος που είχε προκύψει από το κίνημα του Σεπτεμβρίου. Η εκτέλεση των Έξι έλαβε χώρα με συνοπτικές διαδικασίες, γεγονός που ενέτεινε τόσο τις εθνικές όσο και τις διεθνείς αντιδράσεις.
Πολιτικές και Κοινωνικές Αντιδράσεις
Οι άμεσες αντιδράσεις στην εκτέλεση των Έξι ήταν έντονες και πολυεπίπεδες. Στο εσωτερικό της χώρας, η κοινή γνώμη διχάστηκε βαθύτατα, με τους βενιζελικούς κύκλους να υποστηρίζουν σε μεγάλο βαθμό την απόφαση ως απονομή δικαιοσύνης, ενώ οι αντιβενιζελικοί την καταδίκασαν ως πολιτική εκδίκηση. Ο Κουτσουράδης στο νομικό του έργο επισημαίνει πως η διαδικασία παραβίασε θεμελιώδεις αρχές δικαίου, αντανακλώντας περισσότερο μια πολιτική σκοπιμότητα παρά μια γνήσια δικαστική κρίση.
Στη διεθνή σκηνή, η εκτέλεση των Έξι προκάλεσε αρνητική εντύπωση σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, επηρεάζοντας αρνητικά τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας στις συζητήσεις που οδήγησαν αργότερα στη Συνθήκη της Λωζάννης. Ιδιαίτερα οι Βρετανοί εξέφρασαν έντονη δυσαρέσκεια για την εκτέλεση του Γούναρη, τον οποίο θεωρούσαν φιλικά προσκείμενο προς τα βρετανικά συμφέροντα.
Πέρα από τις άμεσες πολιτικές επιπτώσεις, η εκτέλεση των Έξι συνέβαλε καθοριστικά στη βάθυνση του ήδη υφιστάμενου Εθνικού Διχασμού, δημιουργώντας νέες πληγές στο πολιτικό σώμα της χώρας. Η βίαιη αυτή πράξη πολιτικής αντεκδίκησης κατέστησε ακόμα πιο δύσκολη τη συμφιλίωση μεταξύ των αντιμαχόμενων πολιτικών παρατάξεων και εγκαινίασε μια περίοδο έντονης πολιτικής αστάθειας που χαρακτήρισε τη δεκαετία του 1920 και, σε μεγάλο βαθμό, ολόκληρο τον 20ό αιώνα στην Ελλάδα.
Η Δίκη των Έξι στην Ιστορική Μνήμη
Ιστοριογραφικές Προσεγγίσεις και Αποτιμήσεις
Η δίκη και η εκτέλεση των Έξι συνιστούν ένα πολύπλευρο ιστορικό επεισόδιο που έχει τύχει διαφορετικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων κατά τη διάρκεια του αιώνα που ακολούθησε. Οι ιστοριογραφικές αποτιμήσεις αντανακλούν τις βαθιές ιδεολογικές και πολιτικές διαιρέσεις που χαρακτήριζαν την ελληνική κοινωνία, με τις διαφορετικές αναγνώσεις του γεγονότος να αποκρυσταλλώνουν περισσότερο τις πολιτικές τοποθετήσεις των ερμηνευτών παρά μια αντικειμενική ιστορική ανάλυση.
Οι βενιζελικοί κύκλοι και η φιλελεύθερη ιστοριογραφική παράδοση τείνουν να αντιμετωπίζουν τη δίκη ως μια αναγκαία, αν και σκληρή, στιγμή απόδοσης δικαιοσύνης για την εθνική καταστροφή, αναγνωρίζοντας ωστόσο τις δικονομικές αδυναμίες της διαδικασίας. Αντιθέτως, η συντηρητική ιστοριογραφία αντιμετωπίζει το γεγονός ως αποκορύφωμα της πολιτικής εκδικητικότητας και μια ριζική παραβίαση θεμελιωδών αρχών δικαιοσύνης.
Σε μια πιο νηφάλια και σύγχρονη προσέγγιση, η αναθεώρηση της Ελλάδας ως σύγχρονου έθνους επιτρέπει την τοποθέτηση του επεισοδίου στο ευρύτερο πλαίσιο της διαμόρφωσης των πολιτικών θεσμών και της συνταγματικής παράδοσης της χώρας. Η καταδίκη και εκτέλεση των Έξι αναδεικνύεται ως κρίσιμη στιγμή στη διαδικασία μετάβασης από την παραδοσιακή πολιτική κουλτούρα του 19ου αιώνα στο σύγχρονο πολιτικό περιβάλλον, όπου οι θεσμοί και οι διαδικασίες αποκτούν βαρύνουσα σημασία έναντι των προσωπικών πολιτικών ηγεσιών.
Η Συμβολική Διάσταση των Γεγονότων
Πέρα από την ιστορική της διάσταση, η δίκη των Έξι απέκτησε μια ισχυρή συμβολική υπόσταση στην πολιτική κουλτούρα της χώρας. Η εκτέλεση πολιτικών ηγετών για αποφάσεις που έλαβαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους εγχαράχθηκε στη συλλογική μνήμη ως προειδοποίηση για τους κινδύνους της πολιτικής πόλωσης και του διχασμού. Η βαρύτητα της απόφασης, η αμεσότητα της εκτέλεσης και ο τραγικός χαρακτήρας των γεγονότων συνέβαλαν στην ανάδειξη της δίκης ως ενός από τα κεντρικά σύμβολα του Εθνικού Διχασμού.
Η συμβολική αυτή διάσταση ενισχύεται από το γεγονός ότι η δίκη αποτέλεσε τη μοναδική περίπτωση στη σύγχρονη ελληνική ιστορία όπου πρώην πρωθυπουργοί και υπουργοί εκτελέστηκαν συνεπεία πολιτικών αποφάσεων. Η μοναδικότητα αυτή καθιστά τη δίκη των Έξι σημείο αναφοράς για την κατανόηση των δυναμικών του πολιτικού ανταγωνισμού σε συνθήκες κρίσης και των ορίων της πολιτικής αντιπαράθεσης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα.
Στη σύγχρονη πολιτική και ακαδημαϊκή συζήτηση, η δίκη των Έξι εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού για τη σχέση μεταξύ δικαιοσύνης και πολιτικής, για τα όρια της πολιτικής ευθύνης και για τις συνέπειες των αποφάσεων σε περιόδους εθνικής κρίσης. Η διαρκής επανεξέταση του επεισοδίου αυτού αναδεικνύει τη σημασία του για την κατανόηση της πολιτικής ιστορίας και κουλτούρας της Ελλάδας, αλλά και την επικαιρότητά του σε περιόδους όπου ο πολιτικός διάλογος τείνει προς την πόλωση και τον διχασμό.
Διαφορετικές Ερμηνείες & Κριτική Αποτίμηση
Η ιστοριογραφική προσέγγιση της δίκης των Έξι εμφανίζει αξιοσημείωτη πολυμορφία, αντανακλώντας τις διαιρετικές τομές του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Ερευνητές όπως ο Γιώργος Μαυρογορδάτος και ο Θάνος Βερέμης αναδεικνύουν τη διαδικασία ως συνέπεια των βαθύτερων δομικών αντιθέσεων του πολιτικού συστήματος και της διαπάλης μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης, από διαφορετική οπτική, εντάσσει τη δίκη στην παθογένεια του ελληνικού κοινοβουλευτισμού, ενώ ο Γιάννης Κολιόπουλος επισημαίνει τη διασύνδεση μεταξύ εξωτερικής πολιτικής και εσωτερικών πολιτικών ανταγωνισμών. Νεότεροι ιστορικοί όπως η Χριστίνα Κουλούρη και ο Ηλίας Νικολακόπουλος προσεγγίζουν το ζήτημα υπό το πρίσμα της συγκρότησης της συλλογικής μνήμης και της πολιτικής κουλτούρας, ενώ εναλλακτικές αναγνώσεις προσφέρουν οι Άγγελος Ελεφάντης και Αλέξης Πολίτης, εστιάζοντας στις κοινωνικές διαστάσεις του φαινομένου.
Η Δίκη των Έξι ως Αποτύπωση του Πολιτικού Διχασμού
Η δίκη και εκτέλεση των Έξι συνιστά μια βαθιά τραυματική στιγμή για την πολιτική εξέλιξη της σύγχρονης Ελλάδας, με επιπτώσεις που υπερβαίνουν τον χρονικό της ορίζοντα. Αποτυπώνει με τραγικό τρόπο τις συνέπειες της πολιτικής πόλωσης όταν αυτή μετατρέπεται σε διχαστική αντιπαράθεση που ακυρώνει τις θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου. Η εργαλειοποίηση της δικαιοσύνης για την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων αποτελεί διαχρονική προειδοποίηση για τους κινδύνους της κατάχρησης εξουσίας, ακόμη και όταν αυτή επενδύεται με τον μανδύα της λαϊκής νομιμοποίησης ή της ιστορικής αναγκαιότητας. Καθώς απομακρυνόμαστε χρονικά από τα γεγονότα, η κριτική αποτίμηση της δίκης αναδεικνύει την αναγκαιότητα της θεσμικής θωράκισης και του πολιτικού διαλόγου ως αντίβαρων στις δυνάμεις του λαϊκισμού και του διχασμού.
Βιβλιογραφία
- Beaton, Roderick. Ελλάδα: Βιογραφία ενός σύγχρονου έθνους. 2020.
- Βερέμης, Θάνος. Ελευθέριος Βενιζέλος: Ο οραματιστής του εφικτού.
- Κουτσουράδης, ΑΓ. Μερικές επισημάνσεις φιλίστορα νομικού για την δίκη των οκτώ και την εκτέλεση των έξι το 1922-Και ο πάντα επίκαιρος Θουκυδίδης. Pro Justitia: Ηλεκτρονική Επετηρίδα, 2024.
- Σακελλαρόπουλος, Τάσος. Ειρήνη, πόλεμος, πολιτική, συνωμοσίες. Οι Έλληνες. 2024.
- Τζανακάρης, Βασίλης Ι.. Εις θάνατον! 2014.