Αλέξανδρος Ζαΐμης (1855-1936)

Ο εμβληματικός πολιτικός που άφησε το αποτύπωμά του στην ελληνική ιστορία

Πορτρέτο Του Αλέξανδρου Ζαΐμη Κατά Τη Διάρκεια Της Θητείας Του Ως Προέδρου Της Δημοκρατίας, Αποτυπώνοντας Το Κύρος Του Αξιώματος.
Ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας (1929-1935), ο Αλέξανδρος Ζαΐμης υπηρέτησε με αφοσίωση τους δημοκρατικούς θεσμούς σε μια περίοδο έντονων πολιτικών αναταράξεων και οικονομικής κρίσης.

 

Ο Αλέξανδρος Ζαΐμης αποτελεί μια από τις σημαντικότερες πολιτικές προσωπικότητες της νεότερης ελληνικής ιστορίας, με πολυδιάστατη συνεισφορά στη διαμόρφωση του ελληνικού κράτους. Γόνος επιφανούς οικογένειας της Πελοποννήσου με ισχυρή παράδοση στην πολιτική, ο Ζαΐμης διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο σε κρίσιμες περιόδους της ελληνικής πολιτικής ιστορίας. Διετέλεσε πολλάκις πρωθυπουργός, Ύπατος Αρμοστής Κρήτης και Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στην πολιτική ζωή του τόπου. Η πολιτική του σταδιοδρομία εκτείνεται σε μια περίοδο έντονων ανακατατάξεων και μεταβολών για το ελληνικό κράτος, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Χαρακτηριζόμενος από μετριοπάθεια και διαλλακτικότητα, ο Ζαΐμης κλήθηκε επανειλημμένα να διαχειριστεί περίπλοκες πολιτικές κρίσεις και να γεφυρώσει αντικρουόμενες πολιτικές δυνάμεις, κυρίως κατά την ταραχώδη περίοδο του Εθνικού Διχασμού. Η πολιτική του παρακαταθήκη παραμένει σημαντική, καθώς σηματοδοτεί μια προσέγγιση βασισμένη στον πολιτικό ρεαλισμό και τη διπλωματία, σε μια εποχή που χαρακτηριζόταν συχνά από έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις και εθνικιστικά πάθη. Μέσα από την εξέταση του βίου και της πολιτείας του, αναδεικνύονται κρίσιμες πτυχές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και των προκλήσεων που αντιμετώπισε το ελληνικό κράτος στην πορεία διαμόρφωσής του.

 

Καταγωγή και πρώτα βήματα στην πολιτική του Αλέξανδρου Ζαΐμη

Οικογενειακό υπόβαθρο και εκπαίδευση

Γόνος επιφανούς οικογένειας με βαθιές ρίζες στην πολιτική ζωή της χώρας, ο Αλέξανδρος Ζαΐμης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1855. Ο πατέρας του, Θρασύβουλος Ζαΐμης, υπήρξε επίσης εξέχουσα πολιτική προσωπικότητα και πρωθυπουργός, ενώ ο παππούς του, Ανδρέας Ζαΐμης, διακρίθηκε ως αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης και διετέλεσε πρόεδρος του Εκτελεστικού κατά την Εθνική Άμυνα του 1821. Η καταγωγή της οικογένειας από τα Καλάβρυτα της Πελοποννήσου συνέδεσε τον Αλέξανδρο Ζαΐμη με μια περιοχή ιστορικής σημασίας για τον απελευθερωτικό αγώνα, διαμορφώνοντας εν πολλοίς την πολιτική του συνείδηση και προσανατολισμό.

Η εκπαίδευσή του υπήρξε άρτια, με νομικές σπουδές που ολοκλήρωσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία και τη Γαλλία, όπου εντρύφησε στις πολιτικές επιστήμες και το συνταγματικό δίκαιο. Αυτό το ευρωπαϊκό εκπαιδευτικό υπόβαθρο τού προσέφερε μια διευρυμένη αντίληψη για τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της εποχής του, καθώς και μια βαθιά κατανόηση των ευρωπαϊκών θεσμών και της διπλωματίας.

Η είσοδος στην πολιτική σκηνή

Η πολιτική σταδιοδρομία του Αλέξανδρου Ζαΐμη ξεκίνησε το 1885, όταν εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Αχαΐας με το Τρικουπικό κόμμα. Η ταχεία ανέλιξή του στην πολιτική σκηνή αντανακλούσε τόσο την οικογενειακή του παράδοση όσο και τις προσωπικές του ικανότητες. Η μετριοπαθής προσέγγισή του στα πολιτικά ζητήματα και η διπλωματική του δεινότητα τον κατέστησαν σύντομα περιζήτητο συνομιλητή μεταξύ των πολιτικών παρατάξεων, ιδιαίτερα σε περιόδους έντασης.

Καθοριστική στιγμή στην πρώιμη πολιτική του διαδρομή αποτέλεσε η ανάληψη του υπουργείου Δικαιοσύνης το 1890. Στη θέση αυτή, ο Ζαΐμης επέδειξε τις διοικητικές του ικανότητες και την αφοσίωσή του στην εφαρμογή του νόμου, εισάγοντας σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα. Η πολιτική του φιλοσοφία διαμορφώθηκε γύρω από τις αρχές του συνταγματισμού και της θεσμικής σταθερότητας, καταδεικνύοντας από νωρίς την προσήλωσή του στη νομιμότητα και τη δημοκρατία.

Η περίοδος της πολιτικής του ωρίμανσης συμπίπτει με μια ταραχώδη εποχή για την Ελλάδα, μεταξύ του πτωχευτικού κλυδωνισμού του 1893 και του ατυχούς ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Σε αυτό το περιβάλλον κρίσης, ο Ζαΐμης άρχισε να αναδεικνύεται ως μια μορφή συναίνεσης και εθνικής συνεννόησης, προοιωνίζοντας τον καταλυτικό ρόλο που θα διαδραμάτιζε αργότερα σε ακόμη πιο κρίσιμες περιστάσεις της εθνικής ιστορίας.

 

Ο Ζαΐμης ως Πρωθυπουργός: Οι θητείες και το έργο του

Οι πρώτες πρωθυπουργικές θητείες

Η πρώτη πρωθυπουργική θητεία του Αλέξανδρου Ζαΐμη τοποθετείται χρονικά στην περίοδο 1897-1899, σε ένα εξαιρετικά δυσχερές πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε μετά την ήττα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Ο Ζαΐμης κλήθηκε να διαχειριστεί τις οδυνηρές συνέπειες της ήττας, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου και της υπογραφής της συνθήκης ειρήνης. Στο πλαίσιο αυτό, επέδειξε αξιοσημείωτη διπλωματική δεξιότητα, καταφέρνοντας να περιορίσει τις συνέπειες της στρατιωτικής αποτυχίας και να διασφαλίσει τη σταδιακή ανάκαμψη της χώρας.

Η δεύτερη θητεία του (1901-1902) χαρακτηρίστηκε από τις προσπάθειές του να εξομαλύνει τις εσωτερικές πολιτικές αντιπαραθέσεις και να προωθήσει ζητήματα οικονομικής ανασυγκρότησης. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Ζαΐμης επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης και τη βελτίωση των υποδομών, θέτοντας τις βάσεις για τον εκσυγχρονισμό του κράτους.

Διαχείριση κρίσιμων εθνικών ζητημάτων

Η πολιτική προσέγγιση του Ζαΐμη στα μείζονα εθνικά ζητήματα της εποχής χαρακτηριζόταν από προσεκτικούς χειρισμούς και αποτυχημένη διπλωματία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η στάση του απέναντι στο Μακεδονικό Ζήτημα, όπου προσπάθησε να εξισορροπήσει μεταξύ της εθνικής διεκδίκησης και της διπλωματικής πραγματικότητας. Όταν το 1902 του ζητήθηκε να παρέμβει υπέρ Ελλήνων αγωνιστών στη Μακεδονία, ο Ζαΐμης επέδειξε σύνεση αποφεύγοντας κινήσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διεθνείς περιπλοκές.

Η στάση του στο Κρητικό Ζήτημα

Ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η συμβολή του Ζαΐμη στην εξέλιξη του Κρητικού Ζητήματος. Η προσήλωσή του στην ιδέα της σταδιακής προσέγγισης της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα τον οδήγησε σε μια μετριοπαθή αλλά αποτελεσματική πολιτική. Η διαχείριση του ζητήματος απαιτούσε λεπτές ισορροπίες μεταξύ των εθνικών πόθων και των διεθνών συσχετισμών, καθώς και μεταξύ των διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων εντός της Κρήτης.

Η εμπειρία και η πολιτική του ωριμότητα στα ζητήματα αυτά αποτέλεσαν καθοριστικούς παράγοντες για την επιλογή του ως Ύπατου Αρμοστή Κρήτης το 1906, θέση από την οποία θα συνέχιζε το έργο του για την προσέγγιση της Κρήτης με τη μητέρα πατρίδα.

 

Ο ρόλος του Αλέξανδρου Ζαΐμη ως Ύπατου Αρμοστή Κρήτης

Η ανάληψη της αρμοστείας

Τον Σεπτέμβριο του 1906, ο Αλέξανδρος Ζαΐμης ανέλαβε το αξίωμα του Ύπατου Αρμοστή Κρήτης, σε μια κρίσιμη συγκυρία για το μέλλον της Μεγαλονήσου. Ο διορισμός του ήρθε κατόπιν υπόδειξης του βασιλιά Γεωργίου Α’, μετά την αποχώρηση του πρίγκιπα Γεωργίου, του οποίου η θητεία είχε χαρακτηριστεί από αυξανόμενες εντάσεις με την κρητική αντιπολίτευση και ιδιαίτερα με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Ζαΐμης έφτασε στην Κρήτη τον Οκτώβριο του 1906 και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τον κρητικό λαό, ο οποίος εναπέθετε σε αυτόν τις ελπίδες του για επίλυση των χρονιζόντων προβλημάτων και προώθηση της ένωσης με την Ελλάδα.

Η επιλογή του Ζαΐμη για τη θέση αυτή δεν ήταν τυχαία. Η φήμη του ως μετριοπαθούς και διαλλακτικού πολιτικού, καθώς και η προηγούμενη εμπειρία του στη διαχείριση του Κρητικού Ζητήματος ως πρωθυπουργός, τον καθιστούσαν ιδανικό υποψήφιο για την αποκλιμάκωση της έντασης που είχε δημιουργηθεί στο νησί. Όπως επισημαίνει η μνημειακή αρχιτεκτονική του Ρεθύμνου, η άφιξη του Ζαΐμη συνέπεσε με μια περίοδο σημαντικών αλλαγών στην κοινωνική και πολιτιστική ζωή της Κρήτης, με την πόλη του Ρεθύμνου να γνωρίζει αξιοσημείωτη ανάπτυξη.

Μεταρρυθμίσεις και πολιτικές πρωτοβουλίες

Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως Ύπατος Αρμοστής (1906-1908), ο Ζαΐμης προώθησε μια σειρά από σημαντικές μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση του νησιού. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ανάπτυξη των υποδομών, τη βελτίωση της εκπαίδευσης και την ενίσχυση των θεσμών αυτοδιοίκησης. Αξιοσημείωτη είναι η συμβολή του στην προώθηση έργων που συνέβαλαν στην οικονομική ανάπτυξη του νησιού, αλλά και στην ενίσχυση της πολιτιστικής ταυτότητας των Κρητών.

Η παρουσία του Ζαΐμη συνδέθηκε επίσης με σημαντικά έργα θρησκευτικού χαρακτήρα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση που αναφέρεται στη ναοδομία του νομού Χανίων, όπου στις 8 Οκτωβρίου 1908, ο Αλέξανδρος Ζαΐμης παρέστη στη θεμελίωση εκκλησίας, γεγονός που υπογραμμίζει τον σεβασμό που επεδείκνυε στις θρησκευτικές παραδόσεις του τόπου και την προσπάθειά του να συσπειρώσει όλες τις κοινωνικές ομάδες.

Η συμβολή του στην πορεία της Κρήτης προς την ένωση

Η αρμοστεία του Ζαΐμη συνέπεσε με κρίσιμες εξελίξεις στο διεθνές πεδίο που επηρέασαν καθοριστικά την πορεία της Κρήτης προς την ένωση με την Ελλάδα. Η κρίση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης το 1908 και η προσάρτησή της από την Αυστροουγγαρία δημιούργησε ένα νέο πλαίσιο για τις εδαφικές διεκδικήσεις στα Βαλκάνια. Σε αυτό το πλαίσιο, οι Κρήτες προχώρησαν σε μονομερή ανακήρυξη της ένωσης με την Ελλάδα.

Ο Ζαΐμης επέδειξε αξιοσημείωτη διπλωματική δεξιότητα στη διαχείριση αυτής της κατάστασης, ισορροπώντας μεταξύ των προσδοκιών των Κρητών και των περιορισμών της διεθνούς συγκυρίας. Παρά το γεγονός ότι η ένωση δεν μπορούσε να υλοποιηθεί άμεσα λόγω των αντιδράσεων των Μεγάλων Δυνάμεων, η πολιτική του Ζαΐμη συνέβαλε στη δημιουργία των προϋποθέσεων που θα οδηγούσαν τελικά στην ενσωμάτωση της Κρήτης στον εθνικό κορμό το 1913.

Ο Αλέξανδρος Ζαΐμης Σε Επίσημη Στάση Κατά Την Παρέλαση Της 25Ης Μαρτίου 1934, Αποτυπώνοντας Το Κύρος Του Θεσμικού Του Ρόλου.
Ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, κατά την παρέλαση της 25ης Μαρτίου 1934, σε μια από τις τελευταίες δημόσιες εμφανίσεις του ως Προέδρου της Δημοκρατίας, λίγο πριν την παλινόρθωση της μοναρχίας.

Ο Ζαΐμης κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού

Η στάση του απέναντι στον Βενιζέλο και τον βασιλιά Κωνσταντίνο

Κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού (1915-1917), μιας από τις πιο τραυματικές περιόδους της νεότερης ελληνικής ιστορίας, ο Αλέξανδρος Ζαΐμης διαδραμάτισε έναν ιδιαίτερα λεπτό ρόλο. Καλούμενος επανειλημμένα να σχηματίσει κυβέρνηση σε περιόδους έντασης μεταξύ του Βενιζέλου και του βασιλιά Κωνσταντίνου, ο Ζαΐμης επιχείρησε να διατηρήσει μια στάση μετριοπάθειας και συμβιβασμού. Η περίοδος αυτή αντανακλά τις βαθύτερες αντιφάσεις του πολιτικού συστήματος και τις διαφορετικές προσεγγίσεις για το μέλλον της χώρας, με τον Ζαΐμη να προσπαθεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των αντιμαχόμενων παρατάξεων.

Το 1917, σε μια κρίσιμη καμπή του Διχασμού, ο Ζαΐμης κλήθηκε να διαχειριστεί την απαίτηση των Συμμάχων για παραχώρηση πολεμικού υλικού στις δυνάμεις της Τριπλής Συνεννόησης. Όπως αναφέρεται σε εκπαιδευτική πολιτική, ο Αλέξανδρος Ζαΐμης αρνήθηκε κατηγορηματικά το αίτημα των Συμμάχων, οδηγούμενος σε παραίτηση στις 13 Ιουνίου 1917 και παραδίδοντας την πρωθυπουργία στον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Οι απόπειρες γεφύρωσης του χάσματος

Η πολιτική στάση του Ζαΐμη κατά την περίοδο του Διχασμού χαρακτηρίζεται από συνεχείς προσπάθειες εξισορρόπησης των αντικρουόμενων δυνάμεων. Η άρνησή του να ταχθεί απόλυτα με μία από τις δύο πλευρές τον καθιστούσε, σε πολλές περιπτώσεις, τον μοναδικό πολιτικό που μπορούσε να αναλάβει πρωτοβουλίες σε περιόδους κρίσης. Ωστόσο, η μετριοπαθής του στάση συχνά παρερμηνευόταν ως αδυναμία ή ακόμη και ως έλλειψη πολιτικού θάρρους.

Παρά τις προσπάθειές του, ο Ζαΐμης δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τη βαθιά διχοτόμηση της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής σκηνής. Η εμπειρία του Εθνικού Διχασμού αποτέλεσε για τον ίδιο μια περίοδο έντονου προβληματισμού σχετικά με τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος και τους κινδύνους που ενείχε η πολιτική πόλωση για τη σταθερότητα του κράτους και την εθνική ενότητα.

 

Πρόεδρος της Δημοκρατίας: Η ύστερη πολιτική σταδιοδρομία

Η εκλογή και οι προκλήσεις της προεδρίας

Η ανάδειξη του Αλέξανδρου Ζαΐμη στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα αποτέλεσε την κορύφωση μιας μακράς και πολυκύμαντης πολιτικής διαδρομής. Η εκλογή του στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας το 1929, σε αντικατάσταση του παραιτηθέντος Παύλου Κουντουριώτη, αντανακλούσε την ευρεία αποδοχή που απολάμβανε ως προσωπικότητα συναίνεσης στο πολιτικό φάσμα. Η προεδρική του θητεία συνέπεσε με μια περίοδο έντονων προκλήσεων για την ελληνική δημοκρατία, καθώς η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 άρχιζε να επηρεάζει την Ελλάδα, δημιουργώντας συνθήκες κοινωνικής και πολιτικής αστάθειας.

Ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Ζαΐμης επέδειξε την ίδια μετριοπάθεια και διαλλακτικότητα που τον χαρακτήριζε καθ’ όλη τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας. Η προσέγγισή του στο ρόλο του προέδρου ήταν βαθιά επηρεασμένη από την ευρωπαϊκή παιδεία του και την προσήλωσή του στους δημοκρατικούς θεσμούς. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε σχετική μελέτη, ο Αλέξανδρος Ζαΐμης ήταν «στρατευμένος Ευρωπαϊστής», με βαθιά πίστη στη σημασία της ευρωπαϊκής συνεργασίας και ολοκλήρωσης.

Πολιτικό ύφος και χειρισμοί του Ζαΐμη ως Προέδρου

Κατά τη διάρκεια της προεδρικής του θητείας, ο Ζαΐμης χειρίστηκε με ιδιαίτερη προσοχή τα ζητήματα εθνικής μνήμης και ιστορικής συνείδησης. Σε μια ομιλία του κατά τη θεμελίωση του Πανελλήνιου Ηρώου του Εικοσιένα, επεσήμανε ότι «η Μεγάλη Ιδέα περικλείει εν εαυτή τον σεβασμόν προς τας θυσίας των προγόνων», αναδεικνύοντας τη βαθιά κατανόησή του για τη σημασία της διαφύλαξης της εθνικής ταυτότητας, ιδιαίτερα σε μια εποχή που ακολουθούσε την τραυματική εμπειρία της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Το διακριτικό και μετριοπαθές προεδρικό του ύφος λειτούργησε ως αντίβαρο στην αυξανόμενη πολιτική πόλωση, προσφέροντας ένα υπόδειγμα θεσμικής σταθερότητας σε μια περίοδο που χαρακτηριζόταν από έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων της χώρας.

 

Η επιστροφή στη μοναρχία και ο ρόλος του Ζαΐμη

Η περίοδος 1932-1935 χαρακτηρίστηκε από έντονες πολιτικές αναταράξεις που οδήγησαν στην κατάρρευση του αβασίλευτου πολιτεύματος και στην παλινόρθωση της μοναρχίας. Ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, ως τελευταίος Πρόεδρος της αβασίλευτης δημοκρατίας, βρέθηκε στο επίκεντρο αυτών των εξελίξεων, καλούμενος να διαχειριστεί μια εξαιρετικά λεπτή ισορροπία μεταξύ των αντιτιθέμενων δυνάμεων.

Η στάση του κατά την περίοδο αυτή αντανακλά τον βαθύ πολιτικό ρεαλισμό που τον διέκρινε. Αντιλαμβανόμενος τη δυναμική των εξελίξεων, ο Ζαΐμης δεν αντιστάθηκε στην παλινόρθωση, αναγνωρίζοντας ότι οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής ωθούσαν προς αυτή την κατεύθυνση. Σύμφωνα με πολιτειακό ζήτημα, ο Ζαΐμης, μη δεχόμενος ως επαρκή την επιστολή παραίτησης του βασιλιά Γεωργίου Β’, του ζήτησε να αποστείλει νέα επιστολή, επιδεικνύοντας τη σχολαστική του προσήλωση στη θεσμική ορθότητα ακόμη και σε περιόδους πολιτικής αναταραχής.

Η περίοδος αυτή σηματοδοτεί το τέλος της ενεργού πολιτικής δράσης του Ζαΐμη, καθώς μετά την παλινόρθωση της μοναρχίας το 1935 αποσύρθηκε από την πολιτική σκηνή. Παρέμεινε, ωστόσο, μια σεβαστή φυσιογνωμία της δημόσιας ζωής, της οποίας η γνώμη αναζητείτο συχνά από πολιτικούς και διανοούμενους της εποχής. Ο θάνατός του το 1936 σηματοδότησε το τέλος μιας εποχής για την ελληνική πολιτική ιστορία, καθώς μαζί του έφυγε ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας γενιάς πολιτικών που είχαν διαμορφωθεί στο πλαίσιο του κοινοβουλευτισμού του 19ου αιώνα.

 

Η πολιτική κληρονομιά του Αλέξανδρου Ζαΐμη

Αποτίμηση του πολιτικού του έργου

Η πολιτική παρακαταθήκη του Αλέξανδρου Ζαΐμη συνιστά μια πολυδιάστατη συμβολή στην εξέλιξη του ελληνικού πολιτικού συστήματος, χαρακτηριζόμενη από σταθερή προσήλωση στις αρχές του συνταγματισμού και της θεσμικής σταθερότητας. Η πολιτική του φιλοσοφία, βαθιά επηρεασμένη από τον ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό και τις αρχές της θεσμικής ευταξίας, διαμόρφωσε μια διακριτή προσέγγιση στην άσκηση της εξουσίας που χαρακτηριζόταν από μετριοπάθεια και πνεύμα συναίνεσης.

Σε περιόδους οξύτατων εθνικών κρίσεων, ο Ζαΐμης επέδειξε αξιοσημείωτη πολιτική διορατικότητα, αναγνωρίζοντας την ανάγκη εθνικής συσπείρωσης υπεράνω κομματικών αντιπαραθέσεων. Ο ρόλος του στην προώθηση της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, η συμβολή του στην αντιμετώπιση των συνεπειών της Μικρασιατικής Καταστροφής και οι προσπάθειές του για εξομάλυνση των πολιτικών αντιπαραθέσεων κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού αναδεικνύουν την ικανότητά του να διαχειρίζεται περίπλοκες καταστάσεις με πνεύμα συμβιβασμού και σύνεσης.

Παράλληλα, η εικόνα του Ζαΐμη ως πολιτικού που ασπαζόταν τις αρχές της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού σε μια εποχή έντονων πολιτικών αναταραχών και αυταρχικών τάσεων, τον καθιστά εξέχον παράδειγμα προσήλωσης στους δημοκρατικούς θεσμούς. Η δράση του ως προέδρου της Δημοκρατίας επιβεβαιώνει τη βαθιά πίστη του στην αξία της θεσμικής συνέχειας και σταθερότητας ως θεμελιωδών συστατικών μιας υγιούς δημοκρατίας.

 

Βιβλιογραφία

  1. Αζέλης, Α., & Λαμπάτος, Γ. (2019). Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας – Ομάδα προσανατολισμού.
  2. Βαγενά, Σ. (2024). Η εκπαιδευτική πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου την περίοδο 1916–1917: Η περίπτωση της Δυτικής Μακεδονίας.
  3. Βερέμης, Θ. (2017). Ελευθέριος Βενιζέλος: Ο οραματιστής του εφικτού.
  4. Δασκαλάκης, Δ. (2019). Ναοδομία στον νομό Χανίων.
  5. Ερμής, Ν. (2020). Ο Ελευθέριος Βενιζέλος απέναντι στο πολιτειακό ζήτημα (1924-1935): Πολιτικές Πρακτικές και Κοινοβουλευτικοί Μέθοδοι.
  6. Ζέλλιου-Μαστροκώστα, Ε. (1998). Άγνωστοι και ελάχιστα γνωστοί αγωνιστές της περιοχής Γευγέλης κατά το Μακεδονικό Αγώνα. Μακεδονικά.
  7. Hirst, J. (2019). Όσα δεν γνωρίζατε για την περίοδο από τους Βαλκανικούς πολέμους έως την Εθνική Αντίσταση.
  8. Μαρκάτου, Θ. Φ. (1995). Οι προτάσεις για Πανελλήνιο Ηρώο του Εικοσιένα (1830-1930). Μνήμων.
  9. Νικολάου, Μ. (2021). Το Κίνημα Εθνικής Άμυνας (1916) μέσα από τον Τύπο της εποχής.
  10. Παπαγιαννάκης, Μ. (2005). Η μνημειακή αρχιτεκτονική του Ρεθύμνου μετά το 1898 και η κοινωνική ζωή των κατοίκων της παλιάς πόλης.
  11. Πραβίτα, Μ. Η. Το Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών και η συνεισφορά του στη διαμόρφωση των δημόσιων πολιτικών.
  12. Ρωμαίος, Γ. (2016). Η Ελλάδα των δανείων και των χρεοκοπιών.
  13. Σβολόπουλος, Κ. (2014). Αναφορές στον Ελευθέριο Βενιζέλο.
  14. Τζανακάρης, Β. Ι. (2014). Στο όνομα της προσφυγιάς.