Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, τον Ιούλιο και Αύγουστο του 1974, αποτελεί μια μελανή σελίδα στη σύγχρονη ιστορία της Μεγαλονήσου και των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η εισβολή, η οποία πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις, προκάλεσε χιλιάδες θύματα, εκτοπισμένους και αγνοούμενους, διχοτομώντας το νησί και αφήνοντας βαθιές πληγές που παραμένουν ανοιχτές έως και σήμερα. Η αφορμή για την εισβολή δόθηκε από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, το οποίο οργάνωσε η χούντα των Αθηνών με στόχο την ανατροπή του Προέδρου Μακαρίου και την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Η Τουρκία, επικαλούμενη τις Συνθήκες Εγγυήσεως του 1960, οι οποίες της έδιναν το δικαίωμα επέμβασης για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης, προχώρησε σε στρατιωτική επέμβαση.
Η πρώτη φάση της εισβολής, γνωστή ως “Αττίλας Ι”, ξεκίνησε στις 20 Ιουλίου 1974 με αποβατικές και αεροπορικές επιχειρήσεις στην περιοχή της Κερύνειας. Οι τουρκικές δυνάμεις, παρά την αντίσταση της Εθνικής Φρουράς και των Ελλήνων στρατιωτών, κατόρθωσαν να δημιουργήσουν προγεφύρωμα και να καταλάβουν την πόλη. Η κατάπαυση του πυρός που επιτεύχθηκε στις 22 Ιουλίου δεν τερμάτισε τις εχθροπραξίες. Ακολούθησε η δεύτερη φάση της εισβολής, ο “Αττίλας ΙΙ”, στις 14 Αυγούστου, κατά τη διάρκεια της οποίας οι τουρκικές δυνάμεις προέλασαν και κατέλαβαν το 36,2% του κυπριακού εδάφους, συμπεριλαμβανομένων της Αμμοχώστου και της Μόρφου.
Η εισβολή οδήγησε στον βίαιο εκτοπισμό χιλιάδων Ελληνοκυπρίων από τις εστίες τους, ενώ πολλοί Τουρκοκύπριοι μετακινήθηκαν από τις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές προς τον βορρά. Έκτοτε, η Κύπρος παραμένει διχοτομημένη, με μια “Πράσινη Γραμμή” να χωρίζει το νησί σε δύο τμήματα. Οι συνέπειες της εισβολής, συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος των αγνοουμένων, εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων και διεθνούς ενδιαφέροντος.
Το Ιστορικό Πλαίσιο και οι Διεθνείς Σχέσεις Πριν την Τουρκική Εισβολή
Η Γεωπολιτική Σημασία της Κύπρου
Η Κύπρος, το τρίτο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου, κατέχει μια θέση στρατηγικής σημασίας, όντας σταυροδρόμι τριών ηπείρων: Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. Η γεωγραφική της θέση, σε συνδυασμό με την πλούσια ιστορία της, την κατέστησαν αντικείμενο διεκδίκησης από διάφορες δυνάμεις ανά τους αιώνες. Από την αρχαιότητα, η Κύπρος αποτέλεσε μήλον της έριδος για Φοίνικες, Ασσύριους, Αιγύπτιους, Πέρσες, Έλληνες, Ρωμαίους, Βυζαντινούς, Φράγκους, Ενετούς και Οθωμανούς. Η μακραίωνη αυτή ιστορία διαμόρφωσε έναν πολυπολιτισμικό χαρακτήρα στο νησί, με κυρίαρχο, ωστόσο, το ελληνικό στοιχείο.
Η γεωστρατηγική σημασία της Κύπρου επανήλθε στο προσκήνιο κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, καθώς η Ανατολική Μεσόγειος μετατράπηκε σε πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης. Η Βρετανία, η οποία διατηρούσε κυριαρχία στο νησί από το 1878, επιδίωξε να διατηρήσει τον έλεγχό της, θεωρώντας την Κύπρο ως σημαντικό ορμητήριο για τη διασφάλιση των συμφερόντων της στην περιοχή. Παράλληλα, η Ελλάδα και η Τουρκία, αμφότερες μέλη του ΝΑΤΟ, είχαν αντικρουόμενα συμφέροντα στην Κύπρο, με την Ελλάδα να υποστηρίζει την ένωση (Ένωσις) του νησιού με τον εθνικό κορμό και την Τουρκία να αντιτίθεται σθεναρά σε αυτό το ενδεχόμενο, προκρίνοντας τη διχοτόμηση.
Οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου και η Κυπριακή Ανεξαρτησία
Οι Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, που υπογράφηκαν το 1959 μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Ηνωμένου Βασιλείου, αποτέλεσαν τη βάση για την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960. Οι συμφωνίες αυτές, ωστόσο, περιείχαν αρκετές προβληματικές διατάξεις, οι οποίες έθεσαν τις βάσεις για μελλοντικές εντάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Συνθήκη Εγγυήσεως, η οποία παρείχε στις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις (Ελλάδα, Τουρκία, Ηνωμένο Βασίλειο) το δικαίωμα μονομερούς επέμβασης στην Κύπρο για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης, σε περίπτωση που αυτή κινδύνευε.
Όπως αναφέρει ο Γ. Ηλιάδης, η εξέλιξη της ελληνικής διπλωματίας στο Κυπριακό Ζήτημα, από τον αγώνα της Ανεξαρτησίας μέχρι και μετά την τουρκική εισβολή, σημαδεύτηκε από έντονες διακυμάνσεις και αντιφάσεις. Η Κυπριακή Δημοκρατία, υπό την ηγεσία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, προσπάθησε να ισορροπήσει ανάμεσα στις πιέσεις των εγγυητριών δυνάμεων και τις εσωτερικές πολιτικές αντιπαραθέσεις. Η περίοδος 1963-1964 χαρακτηρίστηκε από διακοινοτικές ταραχές και την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από την κυβέρνηση, γεγονός που οδήγησε σε περαιτέρω πόλωση και αδιέξοδο. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας στην Ελλάδα το 1967, η οποία επεδίωξε να ελέγξει την πολιτική κατάσταση στην Κύπρο, προωθώντας την ιδέα της Ένωσης.
Η Εξέλιξη της Ελληνικής Διπλωματίας και η Τουρκική Εισβολή
Η στάση της Ελλάδας κατά την περίοδο της κρίσης
Η περίοδος της δικτατορίας στην Ελλάδα (1967-1974) επέδρασε καταλυτικά στις εξελίξεις στην Κύπρο. Η χούντα των Αθηνών, με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και αργότερα τον Δημήτριο Ιωαννίδη, επεδίωξε να ασκήσει ασφυκτικό έλεγχο στην κυπριακή κυβέρνηση, υπονομεύοντας την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η πολιτική αυτή κορυφώθηκε με το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, το οποίο οργάνωσε η χούντα με στόχο την ανατροπή του Μακαρίου και την εγκαθίδρυση καθεστώτος φιλικού προς την Ένωση.
Η αντίδραση της Τουρκίας στο πραξικόπημα ήταν άμεση και αποφασιστική. Επικαλούμενη τη Συνθήκη Εγγυήσεως, η Τουρκία προχώρησε σε στρατιωτική επέμβαση στην Κύπρο, ξεκινώντας την πρώτη φάση της εισβολής στις 20 Ιουλίου 1974. Η ελληνική χούντα, αιφνιδιασμένη από την τουρκική αντίδραση και ανίκανη να αντιμετωπίσει την κατάσταση, κατέρρευσε λίγες ημέρες αργότερα, στις 23 Ιουλίου.
Οι συνέπειες της εισβολής για την Ελλάδα και την Κύπρο
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο είχε ολέθριες συνέπειες τόσο για την Κύπρο όσο και για την Ελλάδα. Στην Κύπρο, η εισβολή οδήγησε στη βίαιη διχοτόμηση του νησιού, στον εκτοπισμό χιλιάδων Ελληνοκυπρίων και στην απώλεια εδαφών. Στην Ελλάδα, η κατάρρευση της δικτατορίας άνοιξε τον δρόμο για τη Μεταπολίτευση και την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Ωστόσο, η εθνική τραγωδία της Κύπρου άφησε βαθιά τραύματα στην ελληνική κοινωνία και επηρέασε καθοριστικά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Όπως επισημαίνουν οι Άγγελος Συρίγος και Ευάνθης Χατζηβασιλείου, στο έργο τους Μεταπολίτευση, 1974-1975: 50 ερωτήματα και απαντήσεις, κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο είχε χρησιμοποιηθεί αμερικανικός οπλισμός. Η χρήση αυτού του οπλισμού εγείρει ερωτήματα σχετικά με την τήρηση της αμερικανικής νομοθεσίας περί στρατιωτικής βοήθειας, η οποία προέβλεπε τη χρήση των αμερικανικών όπλων μόνο για αμυντικούς σκοπούς. Η αποτυχία αποτροπής της τουρκικής εισβολής και η επακόλουθη διχοτόμηση της Κύπρου αποτέλεσαν σοβαρό πλήγμα για την ελληνική διπλωματία και ανέδειξαν την ανάγκη επαναπροσδιορισμού της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
Η Τουρκική Εισβολή στην Κύπρο: Χρονικό και Γεγονότα
Η πρώτη φάση της εισβολής: “Αττίλας Ι”
Η πρώτη φάση της τουρκικής εισβολής, με την κωδική ονομασία “Αττίλας Ι”, ξεκίνησε τα ξημερώματα της 20ής Ιουλίου 1974. Τουρκικά στρατεύματα, υποστηριζόμενα από αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις, αποβιβάστηκαν στις βόρειες ακτές της Κύπρου, στην περιοχή της Κερύνειας. Η επιχείρηση αιφνιδίασε την Εθνική Φρουρά και τις ελληνικές δυνάμεις που βρίσκονταν στο νησί, οι οποίες, παρά την ηρωική τους αντίσταση, δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν τη δημιουργία τουρκικού προγεφυρώματος.
Οι μάχες που ακολούθησαν ήταν σφοδρές και άνισες. Οι Τούρκοι, διαθέτοντας σύγχρονο οπλισμό και αριθμητική υπεροχή, κατόρθωσαν να καταλάβουν την πόλη της Κερύνειας και να επεκτείνουν τον έλεγχό τους σε μια στενή λωρίδα γης κατά μήκος της βόρειας ακτής. Στις 22 Ιουλίου, επιτεύχθηκε κατάπαυση του πυρός υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, ωστόσο οι εχθροπραξίες δεν σταμάτησαν πλήρως.
Η δεύτερη φάση της εισβολής: “Αττίλας ΙΙ”
Μετά από μια περίοδο φαινομενικής ηρεμίας, η Τουρκία εξαπέλυσε τη δεύτερη φάση της εισβολής, τον “Αττίλας ΙΙ”, στις 14 Αυγούστου 1974. Η επιχείρηση αυτή πραγματοποιήθηκε ενώ βρίσκονταν σε εξέλιξη ειρηνευτικές συνομιλίες στη Γενεύη, γεγονός που καταδεικνύει την τουρκική πρόθεση για οριστική διχοτόμηση του νησιού.
Οι τουρκικές δυνάμεις, ενισχυμένες με νέα στρατεύματα και οπλισμό, προέλασαν ταχύτατα, καταλαμβάνοντας την Αμμόχωστο, τη Μόρφου και μεγάλο μέρος της πεδιάδας της Μεσαορίας. Η Εθνική Φρουρά και οι ελληνικές δυνάμεις, εξαντλημένες και αποδυναμωμένες, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Μέχρι τις 16 Αυγούστου, οπότε και επιτεύχθηκε νέα κατάπαυση του πυρός, η Τουρκία ήλεγχε το 36,2% του κυπριακού εδάφους. Όπως αναφέρεται και στο βιβλίο My Party is my Country, η τουρκική κυβέρνηση υποστήριξε ότι η εισβολή δεν έγινε με σκοπό την προάσπιση των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων αλλά για την επαναφορά του συντάγματος όπως ήταν πριν από τα γεγονότα του Ιουλίου 1974. Αυτός ο ισχυρισμός, ωστόσο, αμφισβητείται έντονα, καθώς η έκταση και η βιαιότητα της τουρκικής στρατιωτικής επιχείρησης υπερέβαιναν κατά πολύ τα όρια μιας απλής επιχείρησης αποκατάστασης της συνταγματικής τάξης.
Ανθρώπινες Απώλειες και Συνέπειες της Τουρκικής Εισβολής
Οι αγνοούμενοι και η ανθρωπιστική κρίση
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο προκάλεσε μια ανυπολόγιστη ανθρωπιστική τραγωδία. Χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ εκατοντάδες αγνοούνται μέχρι και σήμερα. Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων παραμένει αδιευκρίνιστος, καθώς οι συνθήκες πολέμου και η συνεχιζόμενη διαίρεση του νησιού δυσχεραίνουν την έρευνα. Ωστόσο, εκτιμάται ότι οι νεκροί ξεπερνούν τους 4.000, ενώ οι αγνοούμενοι ανέρχονται σε εκατοντάδες.
Το ζήτημα των αγνοουμένων αποτελεί μια ανοιχτή πληγή για την κυπριακή κοινωνία. Οι οικογένειες των αγνοουμένων ζουν με την αβεβαιότητα και τον πόνο της απώλειας, διεκδικώντας το δικαίωμα στην αλήθεια και τη δικαίωση. Η Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοουμένους (ΔΕΑ), η οποία ιδρύθηκε το 1981 με τη στήριξη του ΟΗΕ, καταβάλλει προσπάθειες για τον εντοπισμό, την εκταφή και την ταυτοποίηση των λειψάνων των αγνοουμένων, ωστόσο το έργο της είναι δύσκολο και χρονοβόρο.
Πέρα από τις ανθρώπινες απώλειες, η εισβολή προκάλεσε και μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση. Περίπου 200.000 Ελληνοκύπριοι, που αντιστοιχούν στο ένα τρίτο του πληθυσμού, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους στις κατεχόμενες περιοχές, μετατρεπόμενοι σε πρόσφυγες στην ίδια τους τη χώρα. Η στέγαση, η σίτιση και η ιατρική περίθαλψη των προσφύγων αποτέλεσαν τεράστια πρόκληση για την Κυπριακή Δημοκρατία.
Οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις
Οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της τουρκικής εισβολής ήταν εξίσου σοβαρές. Η διχοτόμηση του νησιού διέκοψε βίαια την οικονομική δραστηριότητα, καταστρέφοντας υποδομές και περιουσίες. Η απώλεια του τουριστικού θέρετρου της Αμμοχώστου και της εύφορης πεδιάδας της Μεσαορίας επέφερε σημαντικό πλήγμα στην κυπριακή οικονομία.
Η εισβολή επέφερε, επίσης, ριζικές αλλαγές στην κοινωνική δομή της Κύπρου. Η βίαιη μετακίνηση πληθυσμών και η εγκατάσταση Τούρκων εποίκων στις κατεχόμενες περιοχές αλλοίωσαν τον δημογραφικό χαρακτήρα του νησιού. Στο βιβλίο Η δικτατορία των συνταγματαρχών: Ανατομία μιας επταετίας, αναφέρεται πως ακόμη και την έσχατη στιγμή , το καθεστώς εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί την πιο ακραία ρητορική. Η εισβολή και η διχοτόμηση ενίσχυσαν την εθνική ταυτότητα και την αίσθηση του συλλογικού τραύματος, τόσο στους Ελληνοκύπριους όσο και στους Τουρκοκύπριους, καθιστώντας δυσκολότερη την επίτευξη μιας βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό πρόβλημα.
Η Διεθνής Κοινότητα και η Τουρκική Εισβολή
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στη διεθνή κοινότητα, ωστόσο η αποτελεσματικότητα των αντιδράσεων αυτών ήταν περιορισμένη. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ εξέδωσε σειρά ψηφισμάτων, καταδικάζοντας την εισβολή και καλώντας για άμεση κατάπαυση του πυρός και αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων από την Κύπρο. Ωστόσο, τα ψηφίσματα αυτά δεν εφαρμόστηκαν στην πράξη, καθώς η Τουρκία αρνήθηκε να συμμορφωθεί.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αν και καταδίκασαν την εισβολή, τήρησαν μια μάλλον αμφίσημη στάση, επιδιώκοντας να διατηρήσουν τις καλές σχέσεις τους τόσο με την Ελλάδα όσο και με την Τουρκία, οι οποίες ήταν και οι δύο μέλη του ΝΑΤΟ. Η αμερικανική κυβέρνηση επέβαλε εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, αλλά το εμπάργκο αυτό ήταν βραχύβιο και αναποτελεσματικό.
Η Σοβιετική Ένωση, από την πλευρά της, καταδίκασε την εισβολή και υποστήριξε την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου, ωστόσο απέφυγε να αναλάβει οποιαδήποτε συγκεκριμένη δράση για να πιέσει την Τουρκία. Η στάση της Σοβιετικής Ένωσης υπαγορεύτηκε από τη γενικότερη στρατηγική της στην Ανατολική Μεσόγειο και την επιθυμία της να μην διαταράξει τις σχέσεις της με την Τουρκία.
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), η πρόδρομος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξέφρασε την ανησυχία της για την κατάσταση στην Κύπρο, αλλά δεν μπόρεσε να αναλάβει ουσιαστική δράση λόγω των εσωτερικών διαφωνιών μεταξύ των κρατών-μελών της.
Η διεθνής κοινότητα, παρά τις καταδίκες και τις εκκλήσεις, δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τη διχοτόμηση της Κύπρου και την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το Κυπριακό ζήτημα παραμένει άλυτο μέχρι και σήμερα, αποτελώντας μια διαρκή πρόκληση για τη διεθνή διπλωματία και υπενθυμίζοντας την ανάγκη για αποτελεσματικούς μηχανισμούς πρόληψης και επίλυσης συγκρούσεων.
Διαφορετικές Ερμηνείες & Κριτική Αποτίμηση
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο αποτελεί ένα σύνθετο και αμφιλεγόμενο γεγονός, το οποίο έχει ερμηνευτεί με διαφορετικούς τρόπους από ερευνητές και αναλυτές. Ορισμένοι ιστορικοί εστιάζουν στις ευθύνες της χούντας των Αθηνών και στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου ως την κύρια αιτία που προκάλεσε την τουρκική επέμβαση. Άλλοι μελετητές δίνουν έμφαση στις μακροχρόνιες τουρκικές βλέψεις στην Κύπρο και στον ρόλο των γεωπολιτικών συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων. Υπάρχουν, επίσης, ερευνητές που εξετάζουν την εσωτερική δυναμική της κυπριακής κοινωνίας και τις διακοινοτικές σχέσεις ως καθοριστικούς παράγοντες για την εκδήλωση της κρίσης. Κάποιοι άλλοι, τέλος, εστιάζουν στον ρόλο του διεθνούς παράγοντα και στην αποτυχία της διεθνούς κοινότητας να αποτρέψει την εισβολή και τη διχοτόμηση της Κύπρου.
Η Τουρκική Εισβολή και οι Προοπτικές Επίλυσης
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 παραμένει μια ανοιχτή πληγή, με τις συνέπειές της να είναι ορατές μέχρι σήμερα. Η διχοτόμηση του νησιού, η συνεχιζόμενη παρουσία τουρκικών στρατευμάτων, το ζήτημα των αγνοουμένων και οι περιουσίες των προσφύγων αποτελούν τα βασικά εμπόδια για την επίτευξη μιας βιώσιμης και δίκαιης λύσης. Παρά τις πολυετείς διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, η ουσιαστική πρόοδος παραμένει περιορισμένη. Η εξεύρεση μιας λύσης που θα διασφαλίζει την κυριαρχία, την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, και ταυτόχρονα θα ικανοποιεί τις ανησυχίες και των δύο κοινοτήτων, αποτελεί μια διαρκή πρόκληση.
Βιβλιογραφία
- Ηλιάδης, Γ. (2019). Η εξέλιξη της ελληνικής διπλωματίας στο Κυπριακό Ζήτημα από τον αγώνα της Ανεξαρτησίας μέχρι και μετά της τουρκική εισβολή. amitos.library.uop.gr.
- Ξυδιά, Μ. (2019). Η εισβολή στην Κύπρο (1974). Υπερασπιστές και ήρωες. amitos.library.uop.gr.
- Φρουζάκης, Κ. Αγνοούμενοι από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. repo.lib.duth.gr.
- Συρίγος, Άγγελος, και Ευάνθης Χατζηβασιλείου. Μεταπολίτευση, 1974-1975: 50 ερωτήματα και απαντήσεις. books.google.gr.
- Polydorou, Andreas. My Party is my Country. books.google.gr.
- Συλλογικό έργο. Η δικτατορία των συνταγματαρχών: Ανατομία μιας επταετίας. books.google.gr.
- Fouskas, Vassilis, και William Mallinson. Cyprus 1974: Anatomy of an Invasion. books.google.gr.
- United States. Congress. Senate. Committee on the Judiciary. Crisis on Cyprus: 1975 One Year After Invasion: A Staff …. books.google.gr.